Από το 2018 η Ευρωπαική Ένωση ταλαιπωρείται με το ερώτημα κατά πόσο θα πρέπει να έχουμε αλλαγή ώρας, δύο φορές το χρόνο, εμπλέκοντας μάλιστα σε ηλεκτρονικό δημοψήφισμα τους Ευρωπαίους πολίτες, που συντριπτικά τάσσονται υπέρ της κατάργησης αλλαγών και καθιέρωσης της θερινής ώρας.
Εφόσον η Ευρωπαική οικογένεια αποφάσισε ότι τέτοια πολιτική θα παραμείνει ως εθνική αρμοδιότητα, οφείλουμε ως χώρα να προβούμε επιτέλους σε μια ενδελεχή μελέτη του θέματος, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραμέτρους που επηρεάζουν τέτοια απόφαση.
Τέτοιοι παράμετροι – πυλώνες, που πρέπει να προσμετρηθούν, αφορούν τις ενεργειακές ανάγκες της χώρας, τον οικονομικό αντίκτυπο στο Ακαθάριστο Εθνικό Προιόν (Α.Ε.Π), την ανάπτυξη χειμερινού τουρισμού στη χώρα, τις επιρροές στο σχολικό και εργασιακό περιβάλλον της χώρας, τις επιπτώσεις στην ψυχική υγεία του γενικού πληθυσμού και άλλοι.
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι σε επίπεδο επιστημονικής έρευνας και δημόσιου διαλόγου, σε πανευρωπαικό επίπεδο, δεν υπάρχει ούτε ισχυρή σύγκληση δεδομένων και απόψεων, ούτε καθοδηγητικές οδηγίες σε οριζόντιο επίπεδο. Επικρατεί, όμως, τεκμηριωμένη άποψη για την εξοικονόμηση ενέργειας σε περίπτωση κατάργησης της χειμερινής ώρας, την οποία υπό τις υφιστάμενες περιστάσεις, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη.
Ακόμη και αν την Κυριακή 30/10/22 η χώρα μας εισέλθει, ως προγραμματισμένα, στη χειμερινή ώρα, οφείλουμε να προχωρήσουμε σε μια ενδελεχή έρευνα και μια εμπεριστατωμένη απόφαση για το μέλλον της χώρας μας, το συντομότερο δυνατό.