Η νέα συμφωνία οικονομικής και δημοσιονομικής συνεργασίας, μεταξύ Τουρκίας και κατεχομένων, υπερβαίνει κατά πολύ τα θέματα οικονομίας και θα επηρεάσει αποφασιστικά το μέλλον για την Τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Η ξεκάθαρη παρέμβαση σε θέματα κοινωνικής και πολιτικής υφής, δίνει ξεκάθαρο στίγμα για τις τουρκικές προθέσεις, ενώ η οικονομική συμφωνία στήριξης και μάλιστα σε δολάρια, στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα ενίσχυσης της εξάρτησης των κατεχομένων από την Άγκυρα και εκμηδενίζει κάθε περιθώριο ελιγμών της εκάστοτε Τ/Κ ηγεσίας. Η εργαλειοποίηση της θρησκείας στα κατεχόμενα, με το προκάλυμμα ενός «οικονομικού συμφώνου συνεργασίας», αντικατοπτρίζει την προσέγγιση Ερντογάν για την πλήρη ισλαμοποίηση των κατεχομένων και την αλλοίωση του -κατά βάση- κοσμικού χαρακτήρα της τουρκοκυπριακής κοινότητας.
Η ποινικοποίηση του συνδικαλισμού, όποτε εκφεύγει της αποστολής του, ειδικά σε μια περίοδο που ο τουρκοκυπριακός συνδικαλισμός ήταν από τα λίγα εναπομείναντα προπύργια προώθησης της επανέναρξης συνομιλιών για το Κυπριακό, υποδηλοί ξεκάθαρα τις προθέσεις της Τουρκίας. Η, δε, φιλελευθεροποίηση εμπορικών και οικονομικών δραστηριοτήτων επιτρέπει τον οριστικό στραγγαλισμό των αμιγώς τουρκοκυπριακών συμφερόντων, τα οποία πλέον απορροφούνται από τα μεγάλα οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα της Τουρκίας που ως επί το πλείστον πρόσκεινται στον Ερντογάν.
Το πλέον ανησυχητικό είναι η δεδηλωμένη πρόθεση για άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου, στοιχείο που επιβεβαιώνει ότι η Τουρκία πραγματοποιεί τις απειλές της κατά της Κύπρου και ακολουθεί την τακτική της εξαγγελίας και υλοποίησης, προχωρώντας σε νέα τετελεσμένα, δυσμενέστερα και ενδεχομένως μη αναστρέψιμα.
Υπό το φως των όσων προνοούνται στην εν λόγω συμφωνία, δεν είναι καθόλου υπερβολή να ειπωθεί ότι η τουρκοκυπριακή κοινότητα πλέον καθίσταται θεατής των εξελίξεων, ούτε καν διαχειριστής και πλέον τα κατεχόμενα καθίστανται – ντε φάκτο – ο νοτιότερος νομός της Τουρκίας, σε ένα νέο πλαίσιο ουσιαστικής «προσάρτησης» των κατεχομένων από την Τουρκία.
Αυτή η νέα εξέλιξη ενισχύει την ντε φάκτο διχοτόμηση που βιώνουμε εδώ και 48 χρόνια περιορίζοντας ακόμη περισσότερο τις προοπτικές επανένωσης της πατρίδας μας.
Η υπονόμευση από την τουρκική πλευρά κάθε προσπάθειας για επίλυση του Κυπριακού εντός των παραμέτρων των ΗΕ και με βάση το ενωσιακό κεκτημένο, μέσω επανέναρξης συνομιλιών, θα πρέπει να καταστήσει εκ νέου προτεραιότητα το Κυπριακό, για την εσωτερική πολιτική σκηνή, που τελευταίως έχει αφεθεί στη δίνη του άκρατου και πρόωρου προεκλογικού, που σε καμία περίπτωση δεν εξυπηρετεί τα εθνικά μας συμφέροντα.
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
24 ΜΑΪΟΥ 2022